Καβαλιέρι, Φραντσέσκο Μποναβεντούρα — (Francesco Bonaventura Cavalieri, Μιλάνο 1598 – Μπολόνια 1647). Ιταλός μαθηματικός. Σε νεαρή ηλικία έγινε μοναχός του τάγματος των ιησουιτών. Του δόθηκε έτσι η δυνατότητα να ασχοληθεί με τα μαθηματικά, ιδιαίτερα με το έργο του Ευκλείδη. Διετέλεσε … Dictionary of Greek
Πέετερς, Μποναβεντούρα — (Peeters, 1614 – 1652). Ολλανδός τοπιογράφος και χαράκτης. Στα περισσότερα έργα του απεικόνισε την ολλανδική φύση και ειδικεύτηκε στις θαλασσογραφίες. Θαλασσογράφοι ήταν επίσης και οι δύο αδελφοί του, ο Ζίλις Πέετερς (1612 – 1653) και Ιωάννης… … Dictionary of Greek
Τουλιέ, Κάρολος - Μποναβεντούρα – Μαρία — (Toullier, 1752 – 1835). Επιφανής Γάλλος νομομαθής. Σπούδασε νομική στο πανεπιστήμιο της Ρεν, όπου αργότερα διορίστηκε καθηγητής του δικαίου. Κατά την έκρηξη της επανάστασης υπήρξε από τους θερμότερους οπαδούς των δημοκρατικών ιδεών. Διετέλεσε… … Dictionary of Greek
Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… … Dictionary of Greek
μαθηματικά — Η επιστήμη των αριθμών, των σχημάτων και των φυσικών μεγεθών, που μελετά τις μεταξύ τους σχέσεις καθώς και τις σχέσεις τους στον χώρο και στον χρόνο. Η έκταση και τα ενδιαφέροντα των μ., μίας από τις αρχαιότερες επιστήμες, παρουσιάζουν τόση… … Dictionary of Greek
σχολαστικισμός — Οι πρώτες απόπειρες πραγματικής φιλοσοφικοθρησκευτικής έρευνας στη Δύση, μετά την πτώση του αρχαίου πολιτισμού, έγιναν μόλις κατά τον 9o αι., μέσα στα πλαίσια της καρολίγγειας αναγέννησης. Ο σημαντικότερος πνευματικός καρπός της περιόδου αυτής… … Dictionary of Greek
Ακινάτης, Θωμάς — (Tommaso d’ Aquino, Ροκασέκα 1225 – Φοσανόβα 1274). Άγιος της Δυτ. Kαθολικής Εκκλησίας, Ιταλός θεολόγος και φιλόσοφος. Η οικογένειά του, μεγάλη και παλιά, λογγοβαρδικής καταγωγής, τον αφιέρωσε σε ηλικία πέντε ετών στο μοναστήρι του Μοντεκασίνο.… … Dictionary of Greek
θουρμπαράν, Φρανθίσκο ντε- — (Francisco de Zurbαrάn, Φουέντε ντε Κάντος, Εστρεμαδούρα 1598 – Μαδρίτη 1664). Ισπανός ζωγράφος. Σε ηλικία 15 ετών φοίτησε στη Σεβίλη, στη σχολή του Ντιάθ ντε Βιλανουέβα. Ωστόσο, οι κυριότεροι παράγοντες στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής του… … Dictionary of Greek
Λούλιο, Ραμόν — (Raymond Lully, Πάλμα Μαγιόρκας 1233; – Μαγιόρκα 1315). Καταλανός ποιητής, φιλόσοφος και θεολόγος. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών και διετέλεσε οικονόμος του βασιλιά της Μαγιόρκας (1256). Μετά την ενόραση κάποιας οπτασίας, σε ηλικία τριάντα… … Dictionary of Greek
Μάρλαντ, Γιάκομπ βαν — (Jacob van Maerland, Ντάμε, Μπριζ 1235; – μετά το 1291). Φλαμανδός συγγραφέας και κληρικός. Πολύ λίγα στοιχεία είναι γνωστά για τη ζωή του. Θεωρείται βέβαιο ότι γεννήθηκε στα περίχωρα της Μπριζ. Από το 1258 έως το 1266 έζησε στο ολλανδικό νησί… … Dictionary of Greek